Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Τινάζοντας την ανθισμένη αμυγδαλιά.

Ο Παλαμάς αποκαλεί τον Γεώργιο Δροσίνη " συνοδοιπόρο ". Οι δυο τους θεωρούνται συνιδρυτές της Δεύτερης Αθηναϊκής σχολής. Ο Δροσίνης γεννιέται στην Αθήνα από γονείς μεσολογγίτες. Ο προπάππους του Γεώργιος Δροσίνης ή Καραγιώργος αντιστράτηγος κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου έπεσε στην έξοδο της φρουράς της πόλης. Ξεκίνησε να σπουδάσει νομική, αλλά στη διάρκεια των σπουδών του, κατάλαβε ότι  η επιστήμη αυτή είναι άσχετη με την ψυχική του κλίση. Κάνει μεταγραφή στην φιλοσοφική σχολή και ταξιδεύει στην Ευρώπη για τρία χρόνια. Ποιητής και πεζογράφος τα πρώτα του φιλολογικά κείμενα τα εκδίδει με τα ψευδώνυμο αράχνη. Με το ρομαντικό -νατουραλιστικό μυθιστόρημα του " Έρση " ο Δροσίνης θα δεχτεί την δημοτική γλώσσα και στην πεζογραφία του. Το 1902 κυκλοφορεί  η "Γαλήνη". Ο Παλαμάς επαινεί την ποιητική του τέχνη. 
Η ποίηση του Δροσίνη χαρακτηρίζεται από ηρεμία, γλυκύτητα και μουσικότητα, " χαρά για την ακοή και την όραση "  όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη. Πολλά από τα ποιήματα του έχουν μελοποιηθεί με το πιο γνωστό " Ετίναξα την ανθισμένη μυγδαλιά ". Επιχειρώντας να παραφράσουμε τον Τσαρούχη θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμα και να δεν μελοποιούνταν τα ποιήματα του Δροσίνη, θα έρχονταν από μόνη της μια μουσική να τα ντύσει. 


Γ. Δροσίνης


Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά
με τα χεράκια της
κι εγέμισ’ από άνθη η πλάτη
η αγκαλιά και τα μαλλάκια της.
Κι εγέμισ’ από άνθη...

Αχ, σαν την είδα χιονισμένη την τρελή
γλυκά τη φίλησα
της τίναξα όλα τ’ άνθη από την κεφαλή
κι έτσι της μίλησα:
Της τίναξα όλα τ’ άνθη...

Τρελή, σαν θες να φέρεις στα μαλλιά σου τη χιονιά
τι τόσο βιάζεσαι;
Μονάχη της θε να `ρθει η βαρυχειμωνιά, 
δεν το στοχάζεσαι;
Μονάχη της θε να `ρθει...

Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παλιά
τα παιχνιδάκια σου
σκυφτή γριούλα με τα κάτασπρα μαλλιά
και τα γυαλάκια σου.
Σκυφτή γριούλα...





                                                                       
                                                       

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2016

Μαρία Πολυδούρη. Η Σαπφώ της Μάνης


Γεννιέται στη  Καλαμάτα αλλά μεγαλώνει στη Μάνη. Από μικρή ηλικία γράφει τα πρώτα της ποιήματα. Η απώλεια των γονιών της , σε σύντομο χρονικό διάστημα σημαδεύει τη ζωής της. Την εξοικειώνει με το θάνατο αλλά παράλληλα την αφήνει να απελευθερώσει όλη την ευαισθησία της. Αποφασίζει να σπουδάσει νομική και εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ενώ παράλληλα δουλεύει στη Νομαρχία όπου έχει έρθει  με μετάθεση. Εκεί θα γνωρίσει τον νεαρό ποιητή Κώστα Καρυωτάκη. Ο Καρυωτάκης θα γοητευθεί από την συντροφιά της. Της διαβάζει τα ποιήματα του. Εκείνη του δείχνει τα πρώτα της ποιήματα και ο Καρυωτάκης την ενθαρρύνει να συνεχίσει να γράφει. Της μεταδίδει όμως και την απαισιοδοξία του. Οι εντάσεις όμως μεταξύ τους είναι συχνές ο Καρυωτάκης μετατίθεται στην Πάτρα ύστερα από ένα μεγάλο ταξίδι στο εξωτερικό και η σχέση τους μοιάζει να φτάνει στο τέλος της. Η Πολυδούρη το 1925 είναι γνωστή στους φιλολογικούς κύκλους, όμως αποφασίζει να τα εγκαταλείψει όλα και φεύγει για το Παρίση. Ο άστατος τρόπος  ζωής θα επιβαρύνει την υγεία της και θα επιστρέψει στην Αθήνα. Οι γιατροί διαπιστώνουν ότι πάσχει από φυματίωση. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της , έρχεται η αναγνώριση και οι τιμές. Οι κυρίες των σαλονιών οργανώνουν βραδιές προς τιμή της. Ο Σικελιανός πηγαίνει κάθε βράδυ στο νοσοκομείο με την άμαξα του που τη σέρνουν δυο άσπρα άλογα να την κάνει βόλτα στη νυχτερινή Αθήνα και να κατέβουν στο Φάληρο.  Λίγο πριν την τελευταία του μετάθεση την επισκέπτεται ο Καρυωτάκης. Φεύγοντας παίρνει μαζί του κάθε ελπίδα να κρατηθεί η Πολυδούρη στη ζωή. Η αυτοκτονία του ποιητή θα ολοκληρώσει το Δράμα της.
Για την ποιητική της Πολυδούρη έχει γραφτεί ότι εμπλέκει μανιάτικα μοιρολόγια και ότι η απλότητα της κρύβει τις ποιητικές της ατέλειες. Η Πολυδούρη όμως γράφει σε στιγμές έντονου διαρκούς ερωτισμού με ότι συνεπάγεται αυτό. Την θέωση και τη ισοπέδωση.  Μια ένταση που την κανει πραγματικότητα και στη ζωή της στα ξενύχτια της στην Αθήνα και στο Παρίσι. Δεν ήταν μελαγχολικό άτομο. Αντίθετα ήταν ενεργητική και δραστήρια.  Οι στίχοι της απαλοί με μια συνεχή ροή γεμάτοι έντονο λυρισμό. Την 29η Απρίλη του 1930 η Σαπφώ της Μάνης αφήνει τη λύρα της  οριστικά να σωπάσει. Η Μαρία Πολυδούρη αγαπήθηκε όσο ζούσε, αγαπιέται δεκαετίες μετά το θάνατο της.

ΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ...
Καμμιὰν ἀπὸ τὶς πίκρες μου δὲ γνώρισες
τὶς πίκρες μου τὶς ἄσωστες τὶς μαῦρες.
Καὶ στῶν ματιών μου μέσ᾿ στὸ φεγγοβόλημα
τὰ δάκριά μου στεγνωμένα τὰ ᾿βρες.
Ἐσὺ μονάχα τὸ γλυκὸ χαμόγελο
καμάρωσες στὰ χείλη μου ἁπλωμένο
κ᾿ ἔχες μέσ᾿ στῶν ματιῶν μου τὸ ξαστέρωμα
τὸν πόθο σου τρελλὰ καθρεφτισμένο.
Μὲ γνώρισες νὰ γέρνω στὴν ἀγάπη σου
σὰν πεταλούδα στὸ ἄλικο λουλούδι
καὶ νὰ σκορπίζω ὅσο ἡ καρδιά μου ἐδύνοταν
μεθυστικὸ τὸ ἐρωτικὸ τραγούδι.
Γνώρισες τῆς χαρᾶς μου τὸ ἄγριο ξέσπασμα
στὸν ἀνοιξιάτικον ἀγρὸ ποὺ εὐώδα
λαχτάρας κύμα ἐγίνονταν ἡ ἀγκάλη μου
τὰ νειάτα σου νὰ σφίγγη καὶ τὰ ρόδα.
Ἐσὺ ποτὲ κρυφὰ δὲν ἀκολούθησες
τὸ βῆμα μου σὰν φεύγω ἀπὸ κοντά σου
κι᾿ ὅμως καὶ μὲ τὴ σκέψη σου μοῦ δόθηκες
καὶ μὲ τὴ φλόγα ἀκόμα τοῦ ἔρωτά σου.
Μὰ ποιὸς τὸ ξέρει ἄν, μία στιγμὴ βρισκόσουνα
κάπου ποὺ νὰ μὲ βλέπεις ὅταν γέρνω
καὶ σκύβω μαζωχτὴ κάτω ἀπὸ τἄγριο
χτύπημα, τὶς στριγγὲς φωνὲς ποὺ σέρνω

ἂν ἄκουες, καὶ στοῦ πόνου τὸ ξεχείλισμα
τὸ δόσιμο στὸ ξέψυχο μεθύσι,
τὰ δάκρια, ὤ, θὰ μ᾿ ἀρνιόσουν ὅλα ἂν τἄβλεπες.
Κι᾿ ὅμως μου λὲς πὼς μ᾿ ἔχεις ἀγαπήσει.

Μαρία Πολυδούρη
ηλεκτρονική πηγή
https://www.google.gr/search?q=πολυδουρη ημερομ.  επίσκεψης 24/02/2016
Εἶνε ποὺ θὰ παρακαλοῦσαν νὰ εἶχαν ζήσει στὴν ἐποχή μου. Ἐγώ, θἄθελα νὰ ζήσω σὲ κάποιαν ἄλλην ἐποχή. Ἔζησα ἀνάμεσα σὲ μιὰ γενειὰ ἡττημένη. Κάποιοι ἀπό μας κάναν τὸν πόνο στίχο, τὴν ὀργὴ τραγούδι, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τόλμησε... - οὔτ᾿ ἀπὸ μᾶς οὔτ᾿ ἀπ᾿ τοὺς ἄλλους - δὲν τόλμησε νὰ νὰ ξεφύγει ἀπ᾿ τὸ χαραγμένο μονοπάτι, δὲν τόλμησε νὰ πεῖ ὅ,τι στ᾿ ἀλήθεια σκεφτότανε, δὲν τόλμησε νὰ κάνει ὅ,τι στ᾿ ἀλήθεια ἤθελε νὰ κάνει. Οἱ περισσότεροι ἦταν - εἴμασταν - δειλοὶ ποὺ ᾿ψαχναν ἁπλὰ ναύρουν τὴν αὐτοεπιβεβαίωσή τους. [...] Τώρα, καθὼς γράφω τὶς τελευταῖες γραμμές, κυττῶ πίσω καὶ ἀντιλαμβάνομαι πόσο στάθηκα τυχερή: ἔζησα ἐλεύθερη ὅσο καμμιὰ ἄλλη γυναίκα τῆς ἐποχῆς μου, ἔκανα πράγματα ποὺ δὲν ἔκανε καμμιὰ ἄλλη, κι᾿ ἀγαπήθηκα ὅσο λίγες. Καί, δὲν τὸ ξεχνῶ, καθὼς τὸ βλέμμα μου ἔσβηνε, ἐκείνη τὴ μελαγχολικὴ αὐγούλα τ᾿ Ἀπρίλη, δὲν ἤμουν πειὰ μόνη. Νέοι ποὺ μ᾿ ἀγάπησαν ἦρθαν νὰ μ᾿ ἀποχαιρετήσουν καὶ φίλες γκαρδιακὲς στὸ προσκεφάλι μου ἕνα τελευταῖο τραγούδι νὰ μοῦ χαρίσουν...
Αὐτὸ εἶναι τὸ γράμμα μου στὸν κόσμο ποὺ ποτὲ δὲν ἔγραψε σὲ μένα, ὅπως λέει κι᾿ ἡ καλή μου φίλη.
Μὲ ἀγάπη
Μαρίκα Πολυδούρη

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

Το Διάζωμα των υπογραφών.

Έμφυτη η τάση  του ανθρώπου ήδη από τις προϊστορικές κοινότητες να απεικονίσει σκηνές από τη ζωή του αφήνοντας το στίγμα του πάνω σε βράχους ή οπουδήποτε. Με το πέρασμα των χρόνων και των αιώνων, η φυσική παρουσία σε αποτύπωση αποδεικνύεται με την χρήση της υπογραφής. Κάποιος που υπογράφει  δηλώνει την φυσική του παρουσία. Είτε είναι έγγραφο, είτε έργο τέχνης ...είτε ένα διάζωμα. Το διάζωμα του νεοκλασικού κτιρίου της οικογένειας Πετρόπουλου αποτελεί ένα αποδεικτικό παρουσίας των τσιγαρόβιων - σκασιαρχών της Παλαμαϊκής Σχολής. Φιλοξενεί υπογραφές με ημερομηνίες, οι οποίες ξεκινούν από την αρχή του 20ου αιώνα.









Οικία Πετρόπουλου









Το διάζωμα ακριβώς κάτω από τα κάγκελα οι υπογραφές βρίσκονται στο κάτω μέρος του διαζώματος