Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Το σονέτο του μόλου (Λιμενεργάτες).

                     Ολάκερη ζωή δουλειάς στο ντόκο
                      σου  'ναι στο χέρι κολλημένο ένα φτυάρι
                      έχεις ασπρίσει πριν γίνεις παλικάρι
                      η πλάτη στράβωσε απ’ το πολύ το φόρτο

                      Πρωί  πρωί στην πόστα, ήρθε βαπόρι,
                      σφιχτά στη μέση  δεμένο το ζωνάρι
                      καμίνι γίνηκε και σήμερα τ’ αμπάρι
                      η ανάσα μπούκωσε απ’ τη πολύ τη σκόνη

                      στο μήνα που  φυγε σε βρήκε αβαρία
                      κι έκανες  υπομονή, στην τσουβαλαρία,
                      πριν λίγο έμαθες, πως έκοψαν το γάλα

                      Τα μάτια σου κόκκινα πάντα θυμάμαι
                      δε  ρώτησα αν είν’ ο ιδρώτας, αν είν’ η αλμύρα
                      στο στόμα δυο λέξεις σου μείναν , μάινα, βύρα

                                                                             Ποιητική συλλογή Προβέντζα






Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Τὰ Γράμματα





  Θὰ πάψω πιὰ νὰ γράφω ποιήματα
ἔριξες τὸ χρυσό σου δαχτυλίδι μὲς στὴ
θάλασσα
στὴν ἀμμουδιὰ μὲ τὸ νεκρὸ κρανίο
κι ὅλα τὰ βουλιαγμένα καράβια βγῆκαν
στὸν ἀφρὸ
κι ὁ καπετάνιος ζωντανὸς
κι οἱ ναύκληροι νὰ χαμογελᾶνε
εἶπα θὰ πάψω πιὰ νὰ γράφω ποιήματα
καὶ στὸ παράθυρο τοῦ σπιτιοῦ μου τοῦ προγονικοῦ
ὁ πατέρας μου καὶ ἡ μητέρα μου
κουνᾶνε τὰ μαντήλια τους καὶ χαιρετᾶνε
τὰ ποιήματά μου ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ
τὰ διαβάσουν
ἔχουν ξεχάσει νὰ διαβάζουν
λένε τὸ κάπα ἄλφα καὶ τὸ δέλτα ἔψιλον
καὶ σὺ μοῦ εἶπες ψέματα
στὸν τόπο αὐτὸ τοῦ κόκκινου γελαστοῦ
κρανίου μὲ ξεγέλασες
γι᾿ αὐτὸ κι ἐγὼ σὲ γέλασα
καὶ μὲ πιστέψατε

κατάρα μὲ τὶς ἑφτὰ σκιὲς
πάντα θὰ γράφω ποιήματα


                                                                    Μίλτος Σαχτούρης





Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Στοιχεία αρχαίας τραγωδίας στην αναπαράσταση του Καψάλη.

Η αναπαράσταση της ανατίναξης του Χρήστου Καψάλη ολοκληρώνει με τρόπο μοναδικό την πομπή το βράδυ του Σαββάτου του Λαζάρου.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αναπαράσταση, όπως τελείται μέχρι και σήμερα διατηρεί στοιχεία αρχαίας τραγωδίας; Θα προσπαθήσουμε με μια δόση αφαίρεσης να το διαπιστώσουμε.
Πρώτη Αθηναϊκή σχολή ...Η αθηναϊκή λογοτεχνία μέσα από την « Πρώτη Αθηναϊκή σχολή» υπηρέτησε την εθνικοπατριωτική ιδεολογία του μικρού ελληνικού κράτους, της οποίας άξονες ήταν η αδιάλειπτη ιστορική συνέχεια του ελληνισμού από την αρχαιότητα ως τα νεότερα χρόνια και η ανάγκη ενσωμάτωσης των τουρκοκρατούμενων περιοχών με ελληνικό πληθυσμό, στον κορμό του ελληνικού κράτους. Η εξέλιξη της αθηναϊκής ποίησης χαρακτηρίζεται από τρείς περιόδους, τις οποίες ο Δημαράς προσδιορίζει με τους εξής χαρακτηρισμούς «Εξόρμησης» (1830 – 1850), «Ακμή» (1850 – 1870) και «Παρακμή» (1870 -1880). Στην περίοδο της εξόρμησης εμφανίζεται η πρώτη γενιά Αθηναίων ποιητών με τους Α. Σούτσο, Γεώργιο Ζαλοκώστα, Παναγιώτη Σούτσο και τον Αλέξανδρο Ρίζο Ρακγαβή.
Γεννημένος στο Συρράκο της Ηπείρου και γιός πλούσιου εμπόρου ο Γ. Ζαλοκώστας θα μεγαλώσει μαζί με το αδερφό του Δημήτριο στο Λιβόρνο, λόγο της δυσμένειας, στην οποία εξέπεσε η οικογένεια του από τον Αλή Πασά. Η επανάσταση θα τον βρει στον Πύργο της Ηλείας. Θα λάβει μέρος στη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου από την οποία και θα επιζήσει. Πρώτη επίσημη λογοτεχνική εμφάνιση θα κάνει το 1851 όπου και θα βραβευθεί, στο «Ράλλειο» διαγωνισμό για το έργο του « Μεσολόγγιον» .
Στην κατηγορία των λυρικών του Ζαλοκώστα ανήκει και το μελόδραμα η «Η Τελευταία ΝυΞ» . H αναπαράσταση της ανατίναξης του Χρήστου Καψάλη που λαμβάνει χώρα στο Ταφείο των Ηρώων της Ι.Π. Μεσολογγίου το Σάββατο του Λαζάρου είναι βασισμένη στο μελόδραμα αυτό, με διαφοροποιήσεις ωστόσο στους στίχους όπως αυτοί είναι διατυπωμένοι στα άπαντα του Ζαλοκώστα.

Η αναπαράσταση ξεκινά με την μοναδική αφήγηση του συμπολίτη μας Πέτρου Σιάμου μεταφέροντας το δραματικό χώρο στις τελευταίες στιγμές που λαμβάνουν χώρα την στιγμή που ξεκινά η έξοδος της φρουράς. Είναι η νύχτα της 10ης Απριλίου του 1826 «10 Απριλίου 1826, ο ήλιος έδυσε η νύξ ήλθε» Το φώς της πανσελήνου παρουσιάζει ένα τοπίο φρικτό από τις σκληρές μάχες «Η σελήνη […] το φρικτόν τοπίον» Θα προετοιμάσει το κοινό για την εξέλιξη της δράσης «κρατεί για νεκροθάφτη , τον Χρήστο τον Καψάλη». Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια αγγελική ρήση, η οποία όμως πραγματοποιείται στην αρχή και όχι στη εξέλιξη του δράματος. Στην συνέχεια εμφανίζεται ο Χορός ο οποίος παρεμβαίνει λεκτικά μόνο.
Ποιος είναι ο Χορός;…… Ο Χορός όπως προαναφέραμε δρα μόνο λεκτικά. Υπό αυτή την έννοια ο ρόλος του επί σκηνής είναι περιθωριακός. Μια ριζοσπαστική θεωρία σε σχέση με το ρόλο του Χορού ως «φωνή του ποιητή» είναι αυτή σύμφωνα με την οποία, ο Χορός είναι το «φερέφωνο της πόλης» . Στο χορικό λοιπόν ο Χορός παρουσιάζεται σαν πιστός σύντροφος του Καψάλη «κι εμείς θα πεθάνωμεν πιστοί σύντροφοι σου». Οι σύντροφοι του Καψάλη είναι ο λαός της πόλης που με την επιστροφή του από τον Κάλαμο, στον οποίο είχαν καταφύγει, είχε ήδη επιλέξει να θαφτεί μαχόμενος στις πατρικές εστίες αν δεν ελευθερώνονταν.
Στη συνέχεια ξεκινά η αντιφωνία μεταξύ Καψάλη και Χορού. Ο Καψάλης με ύφος συλλογισμού θα αποζητήσει το σπαθί του «λοιπόν το σπαθί μου», «το σπαθί μας» απαντά ο Χορός. Ο Δημογέροντας και ο λαός της Πόλης.«Ελευθερία» θα πει με έντονο τρόπο ο Καψάλης « ή θάνατο ένδοξο» θα απαντήσει ξανά ο Χορός. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε μπροστά μας ένα τραγικό ήρωα, ο οποίος παρουσιάζει στοιχεία ήθους ενός ήρωα του Σοφοκλή. Βρισκόμαστε σε μια στιγμή κορύφωσης «αυτονομίας» του ήρωα που πρέπει να αποφασίσει να πράξει ή να μην πράξει έχοντας επίγνωση των συνεπειών της πράξης αυτής. Ποια είναι η πράξη και ποιες οι συνέπειες; Σε μια συζήτηση μας ο Γεράσιμος Ρεπάσος, ο οποίος υποκρίθηκε το ρόλο του Καψάλη, εξέφρασε μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη. Τα τελευταία λόγια του Καψάλη είναι «μνήσθητι μου Κύριε». Ο Καψάλης επικαλείται το θεϊκό έλεος για τη πράξη της αυτοχειρίας που θα διαπράξει καθώς και της δολοφονίας τόσων ψυχών, Αγαρηνών και Ελλήνων. Μια πράξη ένδοξη αλλά ταυτόχρονα μεγάλο αμάρτημα.
Η αναπαράσταση της ανατίναξης του Χρήστου Καψάλη κορυφώνει το συναίσθημα που δημιουργείται από την σεμνότητα και την κατάνυξη της πομπής που έχει προηγηθεί. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο ορισμός που δίνει ο Αριστοτέλης για την τραγωδία, σ ένα σημείο του, βρίσκει αντίκρισμα στο τάφο του Μάρκου Μπότσαρη το Σάββατο του Λαζάρου ἔστιν οὖν τραγωδία μίμησης πράξεως σπουδαίας και τελείας.
Περίανδρος Παπανικολάου






Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

H Ελλάδα ανήκει στου Έλληνες.

                                  Πατρίδα μου σαν τον ήλιο σου ήλιος αλλού δε λάμπει
                                     αλλά πληθύναν οι καπνιές τα " λάθη" και τα θάμπη.
                                   Πατρίδα μου σαν τον ήλιο σου ήλιος αλλού δε λάμπει
                                    αλλά απο κάμπιγνκ μάυρισαν ακρογιαλιές και κάμποι.

Θ. Γκόρπας



Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Τα γυμνά των 80΄s.

 Το απόλυτο θηλυκό Βίνα Ασίκη, η καυτή Βάνα Μπάρμπα και η γλυκιά αμαρτία Σοφία Αλιμπέρτη, με τις γυμνές σκηνές στις ταινίες τους, δικαίωσαν το χαρακτηρισμό τους ως sex symbols τη δεκαετία του 80 kai παράλληλα το ανδρικό κοινό των θαυμαστών τους.



Βίνα Ασίκη


Βάνα Μπάρμπα

Σοφία Αλιμπέρτη



Η επικότετερη μάχη. Η μάχη της Κλείσοβας.

Τ΄ άλλο πρωί 25 του Μάρτη, ανήμερα του Ευαγγελισμού, βλέπουμε την χαραυγή, τη γη σκεπασμένη μ' ένα τόσο σκοτεινό πούσι, που μόλις ξεχωρίζαμε  τα σπίτια απο τον ανεμόμυλο στο Μεσολόγγι.Όλοι αρχίσανε να λένε ότι ήταν σημάδι μεγάλης αιματοχυσίας. Και να δίχως να το περιμένουμε, ακούμε ξαφνικά αντίκρυ μας κρότο, απο το μέρος της θάλασσας που έμοιαζε με κείνο όπου κάνουν τα νερά πέφτοντας σε καταρράκτες. 

Απεικάσαμε ότι το κίνημα του εχθρού ήταν στο πόστο μας





Δυο ώρες βάσταξαν τα γιουρούσια κι ο ήλιος αστραφτερότερος κίνησε στον ουρανό. Τότες, μ΄ ένα σινιάλο, χύμηξαν οι εχθροί όλοι μαζί για τρίτη φορά. Ζύγωσαν ξανά ίσαμε με δέκα δρασκελιές και πάλι τους πισωγύρισαν οι αθάνατοι της Κλείσοβας.

Οι αξιωματικοί τους  τα χάσανε κι ο καθένας πολέμαγε πια για το εαυτό του όσο που οι αθάνατοι της Κλείσοβας. μ όλη την αταραξία ντουφέκαγαν.


Ο πόλεμος βάσταξε, με τούτο το σχέδιο, απο το μεσημέρι ίσαμε τις πεντέμιση τ΄ απόγευμα. Μα καθώς οι βάρκες γέμισαν κουφάρια και βάρυναν και δεν μποραγαν να τις κουνήσουν, άρχισαν οι αραπάδες να βγαίνουν παλι πάνω στο χαντάκι και να τους ορμάνε. Βάραγαν πια απο κοντά τους δικούς μας, μα όσοι ορμάγανε να πατήσουν το ταμπούρι χτυπιόνταν απ΄ άσφαλτο βόλι και πέφταν ωσάν οργή θεού. Κοίταζα κατά τη λίμνη κι έβλεπα μπουλούκια  να πλέουνε τα κουφάρια.



Πηγή : Δημ. Φωτιάδη " Μεσολόγγι. Το έπος της μεγάλης Πολιορκίας" 

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Στον Κύριο μας με αγάπη. Σίντνεϋ Πουατιέ.

Ο πρώτος αφροαμερικανός ηθοποιός που βραβεύθηκε με όσκαρ Α ανδρικού ρόλου στην ταινία " Κάτω απο το βλέμμα του Θεού" . Γεννημένος το 1927 ο Σίντνεϋ Πουατιέ, εκτός από ηθοποιός, υπήρξε σκηνοθέτης συγγραφέας και διπλωμάτης. Το 2009 βραβεύθηκε απο τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελεθερίας. Η ταινίες του Πουατιέ πάντα είχαν πολιτικό- κοινωνικό περιεχόμενο. Η συγκλονιστικότερη ερμηνεία του ήταν στον ταινία " Στον Κύριο μας με αγάπη". Ο Πουατιέ υποδύεται έναν άνεργο μηχανικό που καταλήγει να κάνει μαθήματα στο  υποβαθμισμένο Ιστ Εντ του Λονδίνου. Εκεί αντιμετωπίζει τους σκληροτράχηλους μαθητές των οποίων στο τέλος θα κερδίσει το σεβασμό.

*εικ. (1,2,3,4) Στον Κύριο μας με αγάπη
                                                             
1




2



3



4

H γέννηση του Μαγιακόβσκι

                                                                      Κοιτάχτε
                                                           θαυμάστε απο κάθε μεριά 
                                                      αυτή την πενταπλή ακτινοβολία
                                                        αυτό ονομάζεται  " τα χέρια".
                                                       Ένα ζευγάρι θεσπέσια χέρια!
                                                            Παρατηρήστε με καλά 
                                      Πως δύναμαι να τα κινώ απ΄τα δεξιά στ΄αριστερά
                                                     κι από τ΄αριστερά στα δεξιά.
                                                    να διαλέγω τον πιο όμορφο λαιμό
                                                       κι ολόγυρα του να τυλίγομαι.


                                                Ανοίχτε το κιβώτιο του κρανίου μου.
                                                   θα δείτε να σπιθοβολά εκεί μέσα
                                                          το πιο πολύτιμο πνεύμα.
                                                                  Υπάρχει κάτι
                                                      Που ναι ακατόρθωτο για μένα;
                                                                    Αν θέλετε 
                                                                   θα εφεύρω    
                                                              ένα καινούργιο ζώο.
                                                                  θα χει δυο ουρές
                                                                  και τρία πόδια.


Φωτο: Περίανδρος Παπανικολάου


                                       
                                                    

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

Τα φώτα απέναντι.

                                                       Τι τύχη να σας συναντώ εδώ 
                                                       όπου γκρεμίζετε τα όνειρα σας
                                                        

                                                       χωρίζοντας λύπες και σώματα
                                                         η μυρωδιά του ευκαλύπτου
                                                            του υδρατμούς της ψυχής
                                                              το πένθος στο μανίκι

                                                  χρωματιστές οι ρίζες μαύρα τα κλαριά
                                                η άνοιξη δεν έρχεται δεν έρχεται δεν ήρθε
                                                 

Χρήστος Αγγελάκος: Ποιητική συλλλογή Τα φώτα απέναντι


                                                                        
ΠΑΡΑΜΟΡΦΩΣΗ
Στην άγονη νύχτα, σαλπίσματα, φωνές, ομοβροντίες…
Το ήξερες πως έφτασε η ώρα της φριχτής περιπέτειας…
Με το φανέρωμα του ήλιου
οι υποκριτές με τη σκληρή επιβαλλόμενη ευγένειασου έδωσαν το μαύρο μαντίλι να δέσεις τα μάτια σου,
Δεν το δέχτηκες, γιατί εσύ δεν ήθελες να παραδεχτείς την ήττα …Το ήξερες,… ωστόσο πήγες με σίγουρο βήμα και στάθηκες μπροστάστον γκρεμισμένο μαντρότοιχο με τα χέρια πρησμένα απ’ τις χειροπέδες…Σ’ ένα χρόνο επάλληλο, μπροστά στο έξαλλο πλήθος,
κοίταξες μ’ αθόλωτο μάτι
την ομορφιά του κόσμου που αυγάζει κάθε ξημέρωμα και νικά τη φρόνηση…Επιστροφή στο κενό, στα πιο ακριβά ενθύμια, στη μάνα σου,στ’ αδέρφια σου,
στους απλούς ανθρώπους της γης που χάνονται ανυποψίαστοιστη σκοτεινή αβεβαιότητα της καινούριας μας οδύνης…Tο ήξερες, ότι η άγρια αναμέτρηση θα έφτανε στο τέλος της…Κι όταν θα βροντούσαν οι κάνες των όπλων θα πρόφταινες μονάχα να δειςτη μικρή σπίθα που σμίγει τη ζωή και το θάνατο…Tο ήξερες,πως θα έσβηνε για πάντα το λιγνεμένο φως του άδολου πρωινούκαι το σκοτάδι θα ξεδιπλωνόταν μέσα στα χαλάσματατη στιγμή που το αίμα θα άχνιζε πάνω στο στοιχειωμένο χώμα…Το έγκλημα θα συντελεστεί…
Και μια ελπίδα θα χαθεί δίχως κραυγές, για να ξεχωρίσουνοι γενναίοι απ’ τους δειλούς, για να γίνει η θυσία σου μια ένοχη σιωπήστο αγέρα της γης που δε λέει να κοπάσει…
Πάει πολύς καιρός σύντροφε που λείπεις …
Στην ερημιά των δρόμων που η ζωή σκορπίζεται, θυμάμαι πάνταμια ημερομηνία, μια νιότη που δε πρόφτασε ν’ ανθίσεικι ένα ανθρώπινο όνομα …
ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΜΠΙΜΗΣ   Λιβαδειά
Φωτό: Περίανδρος Παπανικολάου

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Πάει. Αυτό ήταν

                                                                      Πάει. Αυτό ήταν.
                                                               Χάθηκε η ζωή μου φίλε
                                                         μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
                                                                      βρώμικα τζάμια
                                                        κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
                                                                   Άρχισα να γέρνω
                                                              σαν εκείνη την ιτιούλα
                                                      που σού χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
                                                         Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.
                                                            Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
                                                            κι ούτε που θα σε ξαναδώ. 


Κατερίνα Γώγου


Φωτο: Περίανδρος Παπανικολάου

Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

Αγάπες . Θωμάς Γκόρπας

                                            Φύσημα των δέντρων σβήσιμο του κύματος 


  


                                                    Άναμα των φώτων σε πόλεις παραλιακές


                         



ωραία πράγματα στον τοίχο ωραία και ανώνυμα


παρηκμασμένα μαγαζιά


έρημοι σιδηροδρομικοί σταθμοί


τυχαία ταξίδια μαγικά σ΄ άγνωστα μέρη επαρχικά



Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

Οι σκιές μας

Οι σκιές μας

Και μέσα στο σπίτι υπήρχε το άλλο εκείνο σπίτι - εκεί που η
μητέρα ήταν ακόμα νέα κι ένα φλάουτο ακουγόταν το βράδυ, όπως
όταν οδηγούν έναν τυφλό.
Σ΄αυτό το σπίτι είχαμε μείνει κι εμείς για πάντα, ενώ καθώς
ανάβαμε τη λάμπα, το φως της έριχνε μόνον τις σκιές μας στο πάτωμα εδώ.

Τάσος Λειβαδίτης

        
Φωτο:Περιανδρος Παπανικολάου

Εμείς και οι αρχαίοι

Η εθνική ιδεολογία αναπτύχθηκε στα πλαίσια του ρομαντικού κινήματος. Η εθνική ιδέα εμφανίζεται στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια της γαλλικής Επανάστασης. Η έννοια αυτή όμως διαμορφώνεται στη βάση του πολιτιστικού υπόβαθρου της κάθε χώρας. Στη Γερμανία η διαμόρφωσή της ξεκινά από τους Ναπολεόντειους πολέμους. Ο δημοσιογράφος και ποιητής  Joseph Gοrres θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του φαινόμενου της εθνότητας , η οποία διαμορφώθηκε in concerto κάτω από την πίεση των στρατιωτικών επιτυχιών Ναπολέοντα. Σύμφωνα μ’ αυτή τη θεώρηση « το λαϊκό αίσθημα μια κοινότητας, μιας εθνικής ομάδας, μιας εθνότητας, νοείται,  όταν αυτή ή ομάδα συνέρχεται και στερεώνεται «από το κοινό γλωσσικό ιδίωμα που μιλά ένας συγκεκριμένος πληθυσμός, από την μακρόχρονη συνοίκηση του στην ίδια περιοχή, από την προσάρτηση του σε μια συγκεκριμένη δυναστεία, από την κοινή πίστη σε έθιμα δοξασίες νομικές και ηθικές ή θρησκευτικές παραδόσεις. Είναι αρκετό αυτό το αίσθημα να αποτελέσει μια φυσική, ιστορική οντότητα, της οποίας η ακεραιότητα είναι απαραβίαστη» .
Ο  γερμανικός ιδεολογικός προσδιορισμός λοιπόν του έθνους στέκεται εναντία στον ορθολογισμό του διαφωτισμού και την ατομικότητα, αντιπαραβάλλοντας τις δοξασίες, την αφοσίωση στην αριστοκρατική εξουσία, το συναίσθημα αντί του ορθολογισμού. Τα χαρακτηριστικά δηλαδή του ρομαντικού κινήματος. Σύμφωνα με το γερμανικό ρομαντισμό, ο γερμανικός λαός είναι ο αρχέγονος λαός, ο κατεξοχήν λαός, ο οποίος θα φέρει την ειρήνη και την ευημερία. Ο Γερμανικός εθνικισμός διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της θεώρησης εμείς και οι άλλοι.

Στον ελλαδικό χώρο συνέβη όμως κάτι το παράδοξο. Η στροφή προς τις ρίζες μας έγινε μέσω του Ελληνικού διαφωτισμού. Πιο πιθανή αιτία είναι ότι ο Ελληνικός Διαφωτισμός το πέτυχε αυτό, γιατί έμεινε στη μέση των δυο κινημάτων ( Διαφωτισμού, Ρομαντισμού). Τα βασικά συστατικά του Ελληνικού Διαφωτισμού α) Τα φώτα που ήρθαν από τη Γαλλία β)η ρομαντική έννοια του έθνους, σχετίζονται άμεσα με το βασανιστικότερο πρόβλημα που αρχίζει να διαμορφώνεται από την αρχή της συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους και συνεχίζει με παραλλαγές ως τις μέρες μας «εμείς και οι αρχαίοι».

Πηγή: Άλκη Κυριακίδου- Νέστορος. Η ρομαντική έννοια του έθνους και η λαογραφία


Πασκαλ " Η μάχη του Αούστερλιτς" 

Στην αγορα.

                                                  Πάντα διψᾷς −ὅπως διψάει τὸ πρωτοβρόχι
                                               Στεγνὴ καλοκαιριὰ −τὸ βλογημένο σπίτι,
                                                 Καὶ μια κρυφὴ ζωὴ σὰ δέηση ἐρημίτη,
                                             Ἀγάπης καὶ ἀρνησιᾶς ζωοῦλα σὲ μιὰ κώχη.
                                              Διψᾷς καὶ τὸ καράβι ποὺ τὸ πέλαο τὄχει
                                            Κι ὅλο τραβάει μὲ τὰ πουλιὰ καὶ μὲ τὰ κήτη,
                                           Κ’ εἶναι μεστὴ ἡ ζωή του μ’ ὅλο τὸν πλανήτη·
                                           Καὶ τὸ καράβι καὶ τὸ σπίτι σοῦ εἶπαν. "Ὄχι!"
                                              Μήτε ἡ παράμερη εὐτυχιὰ ποὺ δὲ σαλεύει,
                                                ἡ ζωὴ π’ ὅλο καὶ νέα ψυχὴ τῆς βάνει
                                              Κάθε καινούργια γῆ καὶ κάθε νιὸ λιμάνι·
                                          Μόνο τἀλάφιασμα τοῦ σκλάβου ποὺ δουλεύει·
                                           Σέρνε στὴν ἀγορὰ τὴ γύμνια τοῦ κορμιοῦ σου,
                                         Ξένος καὶ γιὰ τοὺς ξένους καὶ γιὰ τοὺς δικούς σου.
Κωστής Παλαμάς 


Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Η Φοινικιά

                                                        Στὸ Δροσίνη, ποὺ τὸ πρωτάκουσε.


                                                    Mέσα σ᾿ ἕνα περιβόλι, γύρω στὸν ἴσκιο μιᾶς φοινικιᾶς,
                                                      κάποια γαλανὰ λουλουδάκια, ἐδῶ κατάβαθα,
                                                                    καὶ κεῖ πιὸ ἀνοιχτά, μιλούσανε.
                                                          Πέρασ᾿ ἕνας ποιητής, (ποὺ πέθανε τώρα),
                                                                 καὶ ρύθμισε τὸ μίλημά τους ἔτσι:
                                                            Ὦ Φοινικιά, μᾶς ἔρριξεν ἐδῶ ἕνα χέρι·
                                                          τὸ χέρι τό ῾βαλε καταραμένη Μοῖρα;
                                                     τὸ πῆγε νοῦς καλοπροαίρετος; Ποιὸς ξέρει!
                                                        Ἀπὸ ἑνὸς ὕπνου κάτου τὸν καταποτήρα
                                                    ποιὰ ὁρμὴ μᾶς ἄδραξε καὶ ποιὸς μᾶς ἔχει φέρει;
                                                         Τάχ᾿ ἀπὸ χαλαστῆ γιὰ τάχ᾿ ἀπὸ Σωτῆρα;
                                                       Νά μας ἀσάλευτα στὸν ἴσκιο σου ἀποκάτου·
                                                        ὁ ἴσκιος σου εἶναι τῆς ζωῆς ἢ τοῦ θανάτου;
                                             ...................................................................................................

                                                             Πόσο σκληρὰ χτυπάει τὸ βόλι τὸ δικό σου!
                                                        Κανέν᾿ αὐτὶ ψηλά, κανένα μάτι ἐμπρός μας.
                                                   Ζοῦμε στὸν ἴσκιο σου, ἕνας κόσμος ὁ κορμός σου,
                                                 τὸ στέμμα σου οὐρανὸς μὲ τ᾿ ἄστρα· ὁ οὐρανός μας.
                                                             Θεὸς ἀλύπητος ἂν εἶσαι, φανερώσου.
                                                       Ἂν ὄχι, γνέψε μας, καὶ μία γαλήνη δός μας,
                                                καὶ μὴ σκοτώνῃς μας ἀγάλια ἀγάλια, ἢ δρᾶμε
                                                         καὶ ρῖξε μας νεροποντὴ μὲ μιᾶς νὰ πᾶμε!
                                                  ............................................................................................
 Η Φοινικιά απόσπασμα

                                                             

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Cambay's water

                                                         

                                                     Φουντάραμε καραμοσάλι στο ποτάμι.
                                                    Είχε ο πιλότος μας το κούτελο βαμμένο
                                               «κι αν λείψεις χίλια χρόνια θα σε περιμένω»
                                               ωστόσο οι κάβοι σου σκληρύναν την παλάμη.
          

                                                           



                                                   Θολά νερά και μίλια τέσσερα το ρέμα, 
                                                 οι κουλήδες τρώνε σκυφτά ρύζι με κάρι, 
                                                   ο καπετάνιος μας κοιτάζει το φεγγάρι, 
                                                που `ναι θολό και κατακόκκινο σαν αίμα.


Το ρυμουλκό σφύριξε τρεις και πάει για πέρα, 
σαράντα μέρες όλο εμέτραγες τα μίλια, 
μ’ απόψε – λέω – φαρμάκι κόμπρα είχες στα χείλια, 
την ώρα που `πες με θυμό: «Θα ‘βγω άλλη μέρα...»