Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Μανούσος Φάσσης, κατά κόσμον Μανόλης Αναγνωστάκης.

O Μανόλης Αναγνωστάκης  γράφει όλα κι όλα 92 ποιήματα. Αν και ενταγμένος πολιτικά έγραψε υπαρξιακή και ερωτική ποίηση. Η ποιητική ηθική του Αναγνωστάκη θα καθοριστεί από την πολιτική του ηθική. Αυτή του μοναχικού διανοούμενου που εντάχθηκε στο χώρο της αριστεράς ακόμα και όταν αυτή τον απέβαλλε. Τα δυο μεταπολιτευτικά του βιβλία Περιθώριο και ΥΓ θεωρούνται και η παύση του από την ποιητική δημιουργία. Το 1980 κάνει την εμφάνιση του ένας νέος ποιητής με σατιρικό περιεχόμενο ο Μανούσος Φάσσης με την ποιητική συλλογή Παιδική Μούσα. Το περιεχόμενο αντιπαιδαγωγικό σατιρικό. Το έργο του Φάσση δεν έτυχε ανάλογης ανταπόκρισης. Η ποιητική του ανωνυμία παραμένει εως το 1987 όποτε και κυκλοφορεί το δοκίμιο H ζωή και το έργο του. Mια πρώτη απόπειρα κριτικής προσέγγισης. Δοκιμιακό σχεδίασμα του Mανόλη Aναγνωστάκη.Ο Αναγνωστάκης είχε πραγματοποιήσει την καλύτερη λογοτεχνική φάρσα. Άλλωστε ο ίδιος ήταν άνθρωπος της παρέας και του χιούμορ. Η ποίηση του Αναγνωστάκη είναι επηρεασμένη από την Καβαφική ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό του Καρυωτάκη.


Μιλώ


Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
Για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες
Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους
Μιλώ για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα
Για τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμους
τους μαστροπούς ποιητές που σέρνονται τις νύχτες στα κατώφλια
Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες
Για τα προαύλια των φυλακών και το δάκρυ των μελλοθανάτων

Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
Π’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματα Του
Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν
Κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν
Κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
Κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν
Κι αυτοί γαλήνιοι το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει
Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει

Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.

                                                             
Αποχώρηση
(Φωτό Περίανδρος Παπανικολάου)





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου